Είναι η ευτυχία η νέα ντροπή; Και γιατί η χαρά είναι πλέον τρομακτική;

Πρόκειται να δείτε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο και να μοιραστείτε όλα όσα έχουν συμβεί πίνοντας κρασί και τρώγοντας. Νιώθετε να χαμογελάτε, νιώθετε πραγματικά χαρά για το πιο απλό πράγμα, αλλά το ένστικτό σας λέει να σταματήσετε και να διώξετε… κυριολεκτικά το χαμόγελο. Ακόμη και υποσυνείδητα, νιώθετε ότι το να εκθέσετε τη χαρά σας θα έχει ως αποτέλεσμα να την χάσετε; Μήπως η ευτυχία είναι ντροπιαστική αυτή τη στιγμή; Ή μήπως αισθάνεστε ότι η ευτυχία είναι τρομακτική, επειδή αυτό που θέλετε είναι να κρατήσει περισσότερο; Τι συμβαίνει στον κόσμο;
Από τη Μαρία Καλοπούλου
Η ευτυχία είναι «ενοχλητική» και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φαίνεται να μας θέλουν όλους δυστυχισμένους. Η τρέχουσα πολιτιστική πορεία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει μετατραπεί σε ένα είδος «Ολυμπιάδας δυστυχίας», όπου όλοι ανταγωνίζονται για να μοιραστούν τα χειρότερα τραύματα, εμπειρίες και ιστορίες ζωής.
Όταν δεν πρόκειται για προσωπικές ιστορίες, είναι ένα συγκεκριμένο είδος χρόνιας διαδικτυακής ανοησίας που προσπαθεί να κλέψει τη χαρά από αθώους χρήστες μέχρι να γίνουν κι αυτοί δυστυχισμένοι.

Ας δούμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Κάποιος αναρτά μία φωτογραφία με τους φίλους του να χαλαρώνουν σε ένα άνετο σαλόνι με μία απλή και εύστοχη λεζάντα «παιδιά, αγαπώ τους φίλους μου!». Η συνηθέστερη κατάσταση είναι να αντιμετωπιστεί με ένα μπαράζ δυσαρεστημένων χρηστών, οι οποίοι αντιδρούν με ιδιαίτερη ενόχληση που κάποιος άνθρωπος μοιράζετε μια ωραία στιγμή με τα αγαπημένα του πρόσωπα.
Ένας χρήστης γράφει: «Μου θύμισαν τους φίλους που δεν θα αποκτήσω ποτέ». Το γεγονός ότι έχει ένα ωραίο μέρος για να ζει, το γεγονός ότι έχει φίλους που αγαπά και, το πιο σημαντικό, το γεγονός ότι μοιράζεται και τα δύο με τον κόσμο ήταν μια άμεση απειλή είτε Α) για τη δική τους ευτυχία είτε Β) για την ιδεολογία τους ότι όλοι πρέπει να υποφέρουμε και ότι κανείς δεν αξίζει να είναι ευτυχισμένος.
Η συλλογική μας δυστυχία είναι εν μέρει κατανοητή

Ο αλγόριθμος του Instagram έχει γίνει ένας συνεχής βρόχος από καταστροφικά βίντεο αθώων ανθρώπων που επλήγησαν από μια γενοκτονία, επικίνδυνες φωτογραφίες από τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, προειδοποιήσεις για το μέλλον του πλανήτη Γη, περιστασιακά βίντεο με τα ρούχα της εβδομάδας ενός influencer ή τα φώτα της δημοσιότητας ενός εστιατορίου της μόδας…
Μαζί με πολλούς άλλους ανθρώπους, βιώνουμε ένα επίπεδο κόπωσης συμπόνιας, γνωστικής ασυμφωνίας, απάθειας και υπερδιέγερσης που οι άνθρωποι δεν έχουν ακόμη καταφέρει να επεξεργαστούν πλήρως.
Η χαρά και η ευτυχία είναι μερικά από τα πιο ευάλωτα συναισθήματα, ειδικά σε μια εποχή που υπάρχουν περισσότερα κακά νέα παρά καλά και οι στιγμές χαράς μας συνεχώς χάνονται.
Το αποτέλεσμα νιώθουμε ότι έχουμε πάθει συλλογική τρέλα, που απλώς καταναλώνουμε τόσο καταστροφικά μέσα ενημέρωσης και μετά σκεφτόμαστε ακόμη και μια βραδινή έξοδο σε ένα εστιατόριο ή ένα καινούργιο ζευγάρι παπούτσια λίγο αργότερα – το χτύπημα που βιώνουμε μετά από αυτή την υπερφόρτωση μας κάνει να νιώθουμε αμήχανα.
Φοβόμαστε λοιπόν, να χαρούμε;

Το να ανοίγεσαι στην πιθανότητα της χαράς σημαίνει επίσης ότι εκθέτεις τον εαυτό σου σε πιθανή απογοήτευση και ντροπή», γράφει ο ψυχοθεραπευτής Joseph Burgo. Με τη σειρά του, η έκφραση χαράς είναι κάτι ευάλωτο και, από την εμπειρία μας, μπορεί να νιώθουμε επισφαλείς – επειδή η απογοήτευση και η χαρά που σου κλέβουν μπορεί να είναι συντριπτικές.
Ακόμα και το αρχικό συναίσθημα χαράς, που λέγαμε στην αρχή, όταν μία βραδιά συναντάμε κάποιον φίλο μου, μας δημιουργεί ένα αίσθημα ευάλωτου για τόσους πολλούς λόγους:
Οι άνθρωποι φαίνεται να μην θέλουν οι άλλοι να είναι ευτυχισμένοι. Στην καθομιλουμένη, αυτό είναι γνωστό με τον όρο «Schadenfreude», (ντροπή για τη χαρά, ο όρος είναι γερμανικός) και στο τρέχον πολιτισμικό μας κλίμα, οι άνθρωποι φαίνεται να ντρέπονται περισσότερο που είναι ευτυχισμένοι παρά που νιώθουν άνετα να γιορτάζουν τη δυστυχία των άλλων. Με τη σειρά του, το να είσαι ευτυχισμένος μοιάζει εκτός πραγματικότητας και, ως εκ τούτου, ενοχλητικό.

Οι άνθρωποι φαίνεται να ντρέπονται περισσότερο που είναι ευτυχισμένοι παρά που νιώθουν άνετα να γιορτάζουν τη δυστυχία των άλλων.
Η «προαίσθηση της χαράς» είναι ένας όρος που επινοήθηκε από την ερευνήτρια και συγγραφέα Brené Brown για να περιγράψει το συναίσθημα του τρόμου που συνοδεύει το συναίσθημα της χαράς.
Περιγράφει τη χαρά ως το πιο τρομακτικό και δύσκολο συναίσθημα που βιώνουν οι άνθρωποι. «Όταν χάνουμε την ανοχή μας στην ευαλωτότητα, η χαρά γίνεται προαίσθημα», είπε. «Αυτό που κάνουμε σε στιγμές χαράς είναι να προσπαθούμε να νικήσουμε την ευαλωτότητα στο μελλοντικό χτύπημα».

Πώς, λοιπόν, εκφράζουμε τη χαρά μας ως κοινωνικό σύνολο χωρίς να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι στον χλευασμό, την αμηχανία ή την επικείμενη καταστροφή; Σύμφωνα με την Brown, το κλειδί είναι να εξασκούμε την ευγνωμοσύνη και να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας ότι «η ευαλωτότητα είναι η γενέτειρα όλων όσων επιθυμούμε».
Ενώ η ευαλωτότητα μπορεί να οδηγήσει σε απόρριψη και αρνητικές αντιδράσεις, είναι επίσης ο μόνος τρόπος για να επιτύχουμε αγνή χαρά και σύνδεση, κάτι που, στο τέλος της ημέρας, είναι αυτό που όλοι θέλουμε.
Με αυτόν τον τρόπο σκέψης, η απάντηση είναι αρκετά απλή. Νιώθουμε συμπόνια για όσους υποφέρουν, αλλά επιτρέπουμε επίσης στον εαυτό μας να βγει έξω για ένα ωραίο γεύμα.
Προσπαθούμε όσο καλύτερα μπορούμε να νιώθουμε χαρά για τη χαρά των άλλων. Αφήνουμε τον εαυτό μας να χαμογελάσει όταν βλέπουμε έναν φίλο που αγαπάμε!








